Ένωση Ρωσόφωνων Δικηγόρων ενημερώνει για σημαντική απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου τράπεζας με δικαστική διαταγή.

evropaiko-dikastrioΜε απόφαση του από 8.11.2016, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε, ότι είναι νόμιμη η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου τράπεζας με δικαστική διαταγή. Με αφορμή την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ιρλανδικής Τράπεζας ILP, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι σε περίπτωση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος κράτους μέλους της ΕΕ, η εν λόγω αύξηση μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συναίνεση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας. «Δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι τα συμφέροντα των μετόχων και των πιστωτών υπερέχουν σε κάθε περίπτωση του δημοσίου συμφέροντος που αφορά τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος», αναφέρει στη απόφασή του το Ευρωδικαστήριο. Η υπόθεση αυτή σχετίζεται με την υπαγωγή της Ιρλανδίας σε Μνημόνιο τον Δεκέμβριο του 2010. Με βάση τις σχετικές συμφωνίες η Ιρλανδία ανακεφαλαιοποίησε τις τράπεζες της, μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν και η ILP. Ο τότε Ιρλανδός Υπουργός Οικονομικών υπέβαλε στους μετόχους της πρόταση για τη διευκόλυνση της ανακεφαλαιοποίησης και η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από τη γενική συνέλευση στις 20 Ιουλίου 2011. Κατόπιν αιτήσεως του Υπουργού εκδόθηκε δικαστική διαταγή με την οποία η ILP υποχρεώθηκε, παρά την αντίθετη απόφαση της γενικής συνέλευσης, να εκδώσει, έναντι εισφοράς κεφαλαίου 2,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, νέες μετοχές υπέρ του Υπουργού. Ως εκ τούτου, ο Υπουργός κατέστη, χωρίς απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της τράπεζας, κάτοχος του 99,2 % των μετοχών της εταιρίας αυτής. Μέλη της διοίκησης και μέτοχοι της τράπεζας προσέφυγαν στη συνέχεια σε ιρλανδικό Δικαστήριο, ζητώντας την ακύρωση της δικαστικής διαταγής. Κατά την άποψή τους, η αύξηση κεφαλαίου που έγινε κατόπιν της διαταγής αυτής δεν συνάδει με οδηγία της ΕΕ, καθόσον έγινε χωρίς τη συναίνεση της γενικής συνέλευσης. Το ιρλανδικό δικαστήριο απευθύνθηκε με τη σειρά του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο με τη απόφασή του κατέληξε στο συμπέρασμα πως «μολονότι υφίσταται σαφές δημόσιο συμφέρον για τη διασφάλιση, σε ολόκληρη την ΕΕ, ισχυρής και συνεπούς προστασίας των μετόχων και των πιστωτών, εντούτοις, το συμφέρον αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπερέχει σε κάθε περίπτωση του δημοσίου συμφέροντος που συνίσταται στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος που προβλέπουν οι Συνθήκες της Ένωσης».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.